Ἐφεσίας

Ἐφεσίας
Ἐφεσίᾱς , Ἐφέσιος
magic
fem acc pl
Ἐφεσίᾱς , Ἐφέσιος
magic
fem gen sg (attic doric aeolic)
Ἐφεσίᾱς , Ἐφεσία
magic
fem acc pl
Ἐφεσίᾱς , Ἐφεσία
magic
fem gen sg (attic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Hemeroscopio — Dianio Emporio de la Antigua Grecia Datos generales Habitantes griegos de Focea, romanos Idioma …   Wikipedia Español

  • αλέα — I Αρχαία πόλη της Αρκαδίας, του 5ου αι. π.Χ. Ήταν χτισμένη δυτικά της Στυμφαλίας, στο βάθος μεγάλης κοιλάδας, κοντά στο σημερινό χωριό Μπουγιάτι. Χτίστηκε από τον Αλέα, γιο του Αφείδαντα και εγγονό του Αρκάδα. Οι περισσότεροι κάτοικοί της… …   Dictionary of Greek

  • ημεροσκοπείον — Αποικιακή εγκατάσταση των αρχαίων Φωκαέων στην ανατολική ακτή της Ιβηρικής χερσονήσου, ΒΔ από το ακρωτήριο Νάο. Ήταν μικρός οικισμός που, όπως φαίνεται από την ονομασία του, τον χρησιμοποιούσαν ως παρατηρητήριο. Στην περιοχή του υπήρχε ιερό της… …   Dictionary of Greek

  • προκαθηγεμών — όνος, ὁ, Α (προσωνυμία τής Εφεσίας Αρτέμιδος), αρχηγέτης, ηγεμόνας. [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + καθηγεμών «αρχηγός, καθοδηγητής»] …   Dictionary of Greek

  • τιμόθεος — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Ποιητής και μουσικός από τη Μίλητο (447 357 π.Χ.). Λέγεται πως εισήγαγε τεχνικούς νεωτερισμούς στη μουσική, αυξάνοντας τον αριθμό των χορδών στη λύρα. Απόσπασμα μιας μονωδίας του Τ. με τον τίτλο Πέρσαι βρέθηκε το… …   Dictionary of Greek

  • Δερρίοπος ή Δευρίοπος — Περιοχή της βόρειας Μακεδονίας κατά την αρχαιότητα. Βρισκόταν κοντά στον ποταμό Εριγώνα και αποτελούσε τμήμα της Παιονίας. Από μία επιγραφή συμπεραίνεται ότι Δ. ονομαζόταν το βόρειο μέρος της πεδιάδας του Μοναστηρίου. Πιθανότατα η ονομασία Δ. δεν …   Dictionary of Greek

  • Καλλιφών — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Σάμιος ζωγράφος (6ος αι. π.Χ.). Σύμφωνα με τον Παυσανία, αξιόλογο έργο του ήταν ένας πίνακας στον ναό της Εφεσίας Αρτέμιδος, ο οποίος απεικόνιζε την ομηρική μάχη των Τρώων και των Ελλήνων κοντά στα πλοία των… …   Dictionary of Greek

  • Κιλβιανοί — Αρχαίος λαός που κατοικούσε στην Κιλβιανή πεδιάδα, στη Μαιονία της Μικράς Ασίας. Οι μόνες πληροφορίες για αυτό τον λαό προέρχονται από νομίσματα και επιγραφές των ρωμαϊκών χρόνων, κυρίως από την εποχή του Αυγούστου και μετά (1ος αι. μ.Χ.). Οι Κ.… …   Dictionary of Greek

  • Σαδυάττης — I Αρχαίος βασιλιάς της Λυδίας, πέμπτος κατά σειρά από την οικογένεια των Μερμναδών (629 617 π.Χ.). Σύμφωνα με μαρτυρίες του Ηρόδοτου, απώθησε τους Κιμμέριους από την Ασία και πολέμησε εναντίον των Μήδων. Κατόπιν επιτέθηκε εναντίον των ελληνικών… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”